Προβλέψεις για κορονοϊό: Τα μέτρα φαίνεται πως αποδίδουν μέχρι ώρας, με την καμπύλη νοσηρότητας να μην έχει περάσει σε εκθετική αύξηση.
Προβλέψεις για κορονοϊό: Αν τα νούμερα συνεχιστούν με αυτούς τους ρυθμούς, ενδεχομένως σε τρεις εβδομάδες να μπούμε σε ύφεση της επιδημίας του κορωνοϊού, δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γκίκας Μαγιορκίνης, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Υγιεινής & Επιδημιολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ – μέλος της Ομάδας εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας. «Προϋπόθεση αποτελεί η ευλαβική τήρηση των μέτρων και η κοινωνική απόσταση» υπογραμμίζει. Ο καθηγητής αναφέρει επίσης πως υπάρχει ανησυχία για αύξηση των κρουσμάτων στην περιφέρεια, λόγω της μετακίνησης που παρατηρήθηκε μετά το κλείσιμο των σχολείων.
Στην ερώτηση αν η επιτροπή του υπουργείου εξετάζει το ενδεχόμενο να προτείνει στην κυβέρνηση να ληφθούν πιο αυστηρά μέτρα, απαντά: «Εάν και εφόσον δούμε ότι ο κόσμος δεν τηρεί τους κανόνες κοινωνικής απόστασης, είναι όντως πιθανόν να επιβληθούν και άλλα μέτρα. Τα μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας που τέθηκαν σε εφαρμογή τη Δευτέρα, είναι ακόμα νωρίς για να κρίνουμε την αποτελεσματικότητα τους και αυτή θα φανεί σε περίπου μία εβδομάδα». Ήδη πάντως τα μέτρα κοινωνικής απόστασης, κλείσιμο σχολείων και μερικώς κλείσιμο μαγαζιών εστίασης, που πήραμε πριν από δύο εβδομάδες, φαίνεται πως αποδίδουν μέχρι ώρας, με την καμπύλη νοσηρότητας να μην έχει περάσει σε εκθετική αύξηση, τονίζει ο κ. Μαγιορκίνης.
«Είναι κρίσιμο ο αριθμός των διασωληνωμένων να μην ξεπεράσει τους 250»
Όσον αφορά τον αριθμό των διασωληνωμένων ασθενών που είναι το σημείο πίεσης του συστήματος υγείας και αποτελεί τη γέφυρα ζωής για τους ασθενείς, ο κ. Μαγιορκίνης αναφέρει ότι είναι κρίσιμο ο αριθμός των διασωληνωμένων να μην ξεπεράσει τους 250 οποιαδήποτε στιγμή. «Προσωπικά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι με τα πρώτα μέτρα χτυπήσαμε την υπερμετάδοση στη ρίζα της, αλλά θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί και να μην εφησυχάζουμε, ώστε να αποφύγουμε μία επιθετική εισβολή του ιού σε ευπαθείς ομάδες. Και οι νέοι φυσικά θα πρέπει να προσέχουν και για την ίδια τους τη ζωή, αλλά και να συνεισφέρουν στη συλλογική αυτή προσπάθεια».