Ίσως το πιο σημαντικό τεστ στην μετά κορονοϊό εποχή, είναι το κατά πόσον θα επανέλθουν στην κανονικότητα τα ταξίδια στο εξωτερικό. Το 2020 οι αφίξεις τουριστών μειώθηκαν κατά 74% σε σύγκριση με το 2019, όταν κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης ήταν μόλις 4%. Τους τελευταίους μήνες, τα διεθνή ταξίδια έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν. Με 3,7 δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίου να έχουν χορηγηθεί σε όλο τον κόσμο δεν είναι λίγοι εκείνοι που δεν βλέπουν την ώρα να φτιάξουν τις βαλίτσες τους για ένα ταξίδι στο εξωτερικό. Μόνο που δυστυχώς δεν σημαίνει ότι κάνοντας το εμβόλιο, αυτομάτως αποκτούμε το δικαίωμα να περάσουμε τα σύνορα.
Πολλές κυβερνήσεις υποδέχονται στις χώρες τους μόνο όσους έχουν κάνει συγκεκριμένα εμβόλια. Για παράδειγμα τον Ιούλιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση δήλωσε ότι δεν θα δεχτεί επισκέπτες που έχουν κάνει το εμβόλιο Covishield – παρόλο που είναι πανομοιότυπο με το εμβόλιο της AstraZeneca που χρησιμοποιείται στην ΕΕ – επειδή δεν έχει εγκριθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) . Η κυβέρνηση της Ινδίας, όπου παρασκευάζει το συγκεκριμένο εμβόλιο, αντέδρασε έντονα. Όπως γίνεται αντιληπτό αυτή η πολιτική μπορεί επίσης να επηρεάσει και άλλους που έχουν εμβολιαστεί με το Covishield σε διάφορα μέρη του κόσμου. Μόνο στην Βρετανία έχουν παραδοθεί 5 εκατομμύρια δόσεις.
Αν ρίξει κανείς μία ματιά στα στοιχεία που παρουσιάζονται στην ταξιδιωτική ιστοσελίδα VisaGuide.World, θα καταλάβει πόσο διαφέρει η αποδοχή των εμβολίων και κατ′ επέκταση, η ελευθερία εισόδου από χώρα σε χώρα. Το εμβόλιο της AstraZeneca είναι το πιο ευρέως αποδεκτό, με 119 κυβερνήσεις να το αναγνωρίζουν – είναι το εμβόλιο που χρησιμοποιείται περισσότερο και παράλληλα έχει εγκριθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (μαζί με τα Pfizer-BioNTech, Moderna, Johnson & Johnson και δύο κινέζικα εμβόλια). Αντίθετα, το CanSinoBio της Κίνας αναγνωρίζεται μόνο από ελάχιστα κράτη.
Το πρόβλημα δεν εντοπίζεται μόνο στα ταξίδια
Αν και οι μετακινήσεις εντός Αμερικής δεν απαγορεύονται, από Πολιτεία σε Πολιτεία, με τα σύνορα όμως να παραμένουν κλειστά για Ευρωπαίους, Βρετανούς, Κινέζους, Ινδούς και άλλες εθνικότητες), οι Καναδοί έχουν τις δικές τους ανησυχίες καθώς φοβούνται ότι δεν θα έχουν πρόσβαση σε χώρους διασκέδασης όπου απαιτείται η χρήση εμβολίων εγκεκριμένα από τον Οργανισμό Ελέγχου Φαρμάκων και Τροφίμων (Food and Drug Administration). Την ίδια ώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν παραγγείλει 300 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της AstraZeneca, το οποίο όμως δεν έχει πάρει ακόμα την έγκριση του FDA.
Η ταξιδιωτική βιομηχανία ανησυχεί ότι τέτοιοι περιορισμοί θα αποτρέψουν το ταξιδιωτικό κοινό από το να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο. Ο Νικ Καρίν της Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών (IATA), υποστηρίζει ότι η έλλειψη συμφωνίας μεταξύ των κυβερνήσεων αποτελεί «ένα ακόμη εμπόδιο για τους ταξιδιώτες». Η υποδιευθύντρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Μαριάντζελα Σιμάο, εξηγεί αναφέρει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέστησε στις χώρες να εξετάσουν το ενδεχόμενο αποδοχής εμβολίων που έχουν καταχωρηθεί ως κατεπείγοντα από τον Οργανισμό.
Έκτοτε πάνω από δώδεκα χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δήλωσαν ότι θα αποδεχθούν το εμβόλιο Covishield
Αλλά είναι απίθανο να εγκριθούν τόσο εύκολο στα κινεζικά εμβόλια. Αν και οι Κινέζοι έχουν λάβει άδεια για κατεπείγουσα χρήση από τον ΠΟΥ, υπάρχουν κενά στα δεδομένα των δοκιμών κάτι που είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει ανησυχίες σε ορισμένες χώρες. Να σημειωθεί ότι δώδεκα εκατομμύρια Κινέζοι τουρίστες επισκέφθηκαν την ΕΕ το 2019.
Τα πράγματα γίνονται ακομα πιο δύσκολο αν αναλογιστεί κανείς πως συγκεκριμένες Πολιτείες έχουν ψηφίσει νόμους που απαγορεύουν τα πιστοποιητικά εμβολιασμού. Ανάμεσα τους οι Αλαμπάμα, Αριζόνα, Ιντιάνα και Φλόριντα. Στις 13 Ιουλίου, η Norwegian Cruise Line Holdings κατέθεσε μήνυση εις βάρος της Πολιτείας της Φλόριντα για το νομοσχέδιο που απαγορεύει στις τοπικές επιχειρήσεις να εξακριβώνουν το status εμβολιασμού ιδιωτών. Υπό τις υπάρχουσες συνθήκες τα κρουαζιερόπλοια θα δυσκολευτούν να ταξιδέψουν αφού θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι όλοι οι επιβάτες είναι εμβολιασμένοι. Έτσι το 2021 τείνει να μείνει στις μνήμες των επιβατών και της τουριστικής βιομηχανίας έως ένα έτος γεμάτο εκνευρισμό από τις πολλές διαφορετικές ταξιδιωτικές οδηγίες αλλά και την ατελείωτη γραφειοκρατία που προκάλεσε ο Covid-19.