Όταν βρέθηκε στη Βαρσοβία, αφού εγκατέλειψε την πατρίδα της, την Ουκρανία, για να σωθεί από τον πόλεμο, η Χριστίνα Τρας δεν είχε κανένα μέσο για να πάει στην Ισπανία, όπου ζει η αδελφή της. Ώσπου έμαθε την ύπαρξη μιας αυτοκινητοπομπής αλληλέγγυων ισπανών οδηγών ταξί, τους οποίους χαρακτηρίζει πλέον «ήρωες». Αναστατωμένοι εξαιτίας του πολέμου, κάπου εξήντα Μαδριλένοι οδηγοί ταξί κάλυψαν σχεδόν 6.000 χιλιόμετρα για να παραδώσουν ανθρωπιστική βοήθεια, να παραλάβουν τη Χριστίνα και ακόμη 134 ουκρανούς πρόσφυγες και να τους μεταφέρουν στην Ισπανία. «Είναι οι ήρωές μας», είπε η 22χρονη στο Γαλλικό Πρακτορείο στα ισπανικά, γλώσσα που άρχισε να μαθαίνει ακόμη παιδί, όταν είχε πάει ταξίδι στην Ισπανία, μετά την άφιξη του κομβόι, τη νύχτα της περασμένης Τετάρτης προς Πέμπτη, υπό τις επευφημίες και τα κορναρίσματα άλλων οδηγών ταξί.
Τώρα «θα ψάξω δουλειά για να έχω χρήματα και να βοηθήσω την οικογένεια και τη χώρα μου», πρόσθεσε η νεαρή, ορφανή από γονείς, ο παππούς και η γιαγιά της οποίας έμειναν στο Κίεβο όταν αποφάσισε να πάει στην πολωνική πρωτεύουσα, αρχικά με αυτοκίνητο, μετά με τα πόδια. Αφού κατέβηκαν από τα ταξί, οδηγοί και επιβάτες αγκαλιάστηκαν σ’ έναν φορτισμένο αποχαιρετισμό έπειτα από περίπλου πέντε ημερών στην Ευρώπη. «Είμαι αληθινά εξαντλημένη αλλά τόσο ανακουφισμένη», είπε παίρνοντας βαθιά ανάσα η Όλγα, που έφθασε με τα δύο της παιδιά και δεν θέλησε να δώσει το επώνυμό της επειδή φοβάται για την ασφάλεια των συγγενών της που έμειναν στην Ουκρανία. Στην πλειονότητά τους, οι πρόσφυγες ήταν γυναίκες και παιδιά που έχουν συγγενείς ή φίλους στην Ισπανία. Μαζί τους, το ταξίδι έκαναν τέσσερις σκύλοι και μια γάτα.
29 ταξί, 58 οδηγοί
Η 46χρονη Όλγα Σοκάριεβα, που ταξίδεψε μαζί με τον έναν από τον δύο γιους της, 15 ετών, άφησε πίσω τον σύζυγο και τον άλλο γιο της, που «πολεμούν για τις ζωές μας, για την ανεξαρτησία της χώρας μας». «Δεν ξέρουμε αν θα έχουμε ακόμα σπίτι και ποιο θα είναι το μέλλον μας», έλεγε ανήσυχη κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Την αυτοκινητοπομπή, η οποία αναχώρησε την 11η Μαρτίου από τη Μαδρίτη, αποτελούσαν συνολικά 29 ταξί, με δύο οδηγούς το καθένα, για να εναλλάσσονται στο τιμόνι. Η ιδέα για την πρωτοβουλία γεννήθηκε κατά τη διάρκεια συζήτησης μεταξύ οδηγών στο αεροδρόμιο της Μαδρίτης για τους βομβαρδισμούς του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία. Ένας τους πρότεινε να πάνε στην Πολωνία για να πάρουν πρόσφυγες και άλλοι συμφώνησαν, εξήγησε ο Χοσέ Μιγκέλ Φούνεθ, εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Αυτοκινητιστών Ταξί της Μαδρίτης, που ανέλαβε τον συντονισμό του εγχειρήματος.
«Η ανταπόκριση ήταν απίστευτη. Δεν το περιμέναμε», εκμυστηρεύτηκε.
Ο Χαβιέρ Ερνάντεθ, που μετέφερε ένα ζευγάρι και τον γιό του, 12 ετών, είπε πως «δεν μπορούσε να κάθεται έτσι», με τα χέρια σταυρωμένα, όταν είδε τις εικόνες παιδιών και γυναικών που έφευγαν για να σωθούν από τον πόλεμο. «Μέσα σε μια μέρα οι ζωές τους ανατράπηκαν», συνέχισε, τονίζοντας πως ο ίδιος δεν έκανε παρά «αυτό που κάνω κάθε μέρα στη Μαδρίτη: οδήγησα». Σιωπηλοί όταν έφυγαν από την Πολωνία, οι πρόσφυγες αρνήθηκαν να κατέβουν όταν τα ταξί έκαναν τις πρώτες στάσεις τους, αφηγήθηκε, προτού «τους πάρουμε αγκαλιά κι αρχίσουμε να λέμε αστεία». Το κόστος της επιχείρησης, περίπου 50.000 ευρώ, κυρίως για καύσιμα και διόδια, καλύφθηκε με ποσά που προσέφεραν αλληλέγγυοι οδηγοί ταξί. «Ήταν απίστευτο (…). Τα παιδιά ορισμένων οδηγών έδωσαν ακόμα και τα χρήματα που είχαν στους κουμπαράδες τους», δήλωσε ο Χεσούς Αντράντες, ένας από τους συντονιστές.
Οι Μαδριλένοι ταξιτζήδες έχουν παράδοση τέτοιων χειρονομιών αλληλεγγύης. Μετά την τρομοκρατική ενέργεια στον σταθμό Ατότσα της ισπανικής πρωτεύουσας το 2004 –όταν 191 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους–, ανέλαβαν πρωτοβουλία για τη διακομιδή τραυματιών στα νοσοκομεία. Όταν μαινόταν η πανδημία του νέου κορονοϊού στην Ισπανία το 2020, πήγαιναν γιατρούς πόρτα-πόρτα για να κάνουν εξετάσεις και μετέφεραν αρρώστους σε νοσοκομεία. Πλέον πάνω από τρία εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει την Ουκρανία από την έναρξη της ρωσικής εισβολής την 24η Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τους αριθμούς των Ηνωμένων Εθνών. Όπως και άλλοι οδηγοί, η Νούρια Μαρτίνεθ, 34 ετών, που μετέφερε μια μητέρα και το μωρό της, δύο μηνών, δηλώνει έτοιμη να ξαναφύγει, να πάει να πάρει κι άλλους πρόσφυγες. «Δεν μπορούμε να μην κάνουμε τίποτα, να καθόμαστε στον καναπέ. Αυτή είναι η δική μας μικρή συνεισφορά», εξήγησε.