Στην προεκλογική περίοδο πριν τις εκλογές της 21ης Μαΐου ελάχιστα πράγματα συζητήθηκαν στον δημόσιο διάλογο αναφορικά με τα προγράμματα των κομμάτων. Και η αλήθεια είναι ότι πολλοί έσπευσαν να υποστηρίξουν ότι επρόκειτο για μια σχεδόν «απολιτική» προεκλογική περίοδο. Ωστόσο το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει σε αυτήν την προεκλογική περίοδο, όπου παρατηρούμε ότι το σύνολο των κομμάτων αίφνης ανακάλυψε την οικονομία.
Του Γιάννη Ντσούνου
Και όχι μόνο την οικονομία, αλλά και τα μεγέθη εκείνα που επηρεάζουν άμεσα την «τσέπη» του πολίτη, δηλαδή τους φόρους. Και έχει ξεκινήσει μια πολύ μεγάλη συζήτηση, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, δηλαδή τα κόμματα που δεν επέλεξε ο ελληνικός λαός να τον κυβερνήσουν, να διαγκωνίζονται για τους έμμεσους και άμεσους φόρους, που πρέπει είτε να επιβληθούν, είτε να καταργηθούν.
Και αυτό είναι μόνο το ένα σκέλος αυτής της συζήτησης, γιατί το άλλο είναι η κοστολόγηση των προγραμμάτων των κομμάτων. Και μπορεί η ΝΔ να παρακολουθεί ως θεατής τη συζήτηση για την επιβολή ή μη φόρων από το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αφού η ίδια έχει μιλήσει μόνο για μειώσεις φορολογικών συντελεστών, συμμετέχει όμως στην συζήτηση για την κοστολόγηση των προγραμμάτων, αφού την κατηγορούν τα υπόλοιπα κόμματα ότι δεν έχει και εκείνη απευθυνθεί σε κάποιον φορέα για να λάβει ανεξάρτητη κοστολόγηση. Και τώρα προσπαθούν όλοι να εξηγήσουν πολιτικά, γιατί τα κόμματα έχουν επιλέξει αυτό ως βασικό σημείο αντιπαράθεσης σε αυτήν την προεκλογική περίοδο με τις εξηγήσεις να είναι αρκετές.
Εν κινήσει αλλαγή
Μια πρώτη εξήγηση που αφορά κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι στην Κουμουνδούρου κατανόησαν ότι δεν επικοινώνησαν όσο θα έπρεπε το οικονομικό τους πρόγραμμα και γι’ αυτό καταψηφίστηκαν από τον ελληνικό λαό, οπότε επιλέγουν σε αυτήν την «εν κινήσει αλλαγή» να ρίξουν το βάρος της προεκλογικής εκστρατείας στην οικονομία. Το ερώτημα εδώ είναι αν υπάρχει πλέον χρόνος να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι με το δικό τους οικονομικό πρόγραμμα έρχεται και η «ευημερία» που αποτελεί πλέον λέξη κλειδί στην προεκλογική καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ. Σε ό,τι αφορά στο ΠΑΣΟΚ τώρα, εδώ κάποιοι εκτιμούν ότι η στροφή στην οικονομία και η συζήτηση για δίκαιη φορολόγηση θα προσελκύσει κεντρώους ψηφοφόρους τόσο από την ΝΔ, όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ.
«Καθαρά» και «θολωμένα» μηνύματα
Πάντως οι εξηγήσεις αυτές, για την όψιμη στροφή στην οικονομία των δύο αυτών κομμάτων, μπορεί να μην είναι επαρκείς για πολλούς, γιατί ίσως δημιουργούν ένα ακόμη πρόβλημα: θολώνουν για μια ακόμη φορά το μήνυμα που τα κόμματα επιθυμούν να περάσουν στους πολίτες. Μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου, πολλοί αναλυτές απέδωσαν την ευρεία νίκη της ΝΔ έναντι των υπολοίπων στο «καθαρό μήνυμα» που προέταξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης έναντι του μηνύματος του ΣΥΡΙΖΑ που «θόλωσε» από μια σειρά διαφορετικών δηλώσεων κομματικών στελεχών. Οι ίδιοι αναλυτές τώρα εξηγούν ότι τα δύο κόμματα ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, εμπλεκόμενα σε μια συζήτηση περί φορολογίας, κινδυνεύουν για μια ακόμη φορά να «θολώσουν» το μήνυμά τους και να μπερδέψουν τους ψηφοφόρους.
Και σαν να μην έφτανε αυτό ξεκίνησε και η συζήτηση για την κοστολόγηση των προγραμμάτων, που βάζουν επίσης τους ψηφοφόρους σε σκέψεις, αφού ουδείς μπορεί να καταλάβει γιατί τα κόμματα κατηγορούν το ένα το άλλο ότι δεν πηγαίνει σε κάποιον φορέα (γενικό λογιστήριο, γραφείο προϋπολογισμού κ.λπ.) το πρόγραμμά του για κοστολόγηση χωρίς την προϋπόθεση ότι το ίδιο πρέπει να πράξουν και τα υπόλοιπα κόμματα. Γιατί δηλαδή ένα από τα κόμματα δεν απευθύνεται από μόνο του σε έναν φορέα και να παρουσιάσει την κοστολόγηση του προγράμματός του; Και αν στην χώρα επιθυμούμε κάποτε να τελειώσει αυτή η ατέρμονη συζήτηση, θα μπορούσαν τα κόμματα να συμφωνήσουν ότι στο εξής τα προγράμματά τους θα κοστολογούνται από έναν φορέα που θα συμφωνήσουν εκείνα. Σε διαφορετική περίπτωση η συζήτηση θα συνεχίζεται και θα συνεχίζεται και θα συνεχίζεται. Έτσι απλά!