Γουάινσταϊν ακύρωση καταδίκης: Ο παραγωγός είχε καταδικαστεί σε 23 χρόνια φυλάκισης το 2020
Μία πολύ σημαντική ανατροπή στην υπόθεση που ανατάραξε το Χόλυγουντ και δημιούργησε την έξαρση του κινήματος Metoo ήρθε από τις δικαστικές αίθουσες του ανώτατου δικαστηρίου της Νέας Υόρκης σε σχέση με τον καταδικασμένο Χάρβεϊ Γουαϊνστάιν. Πρόκειται για την ανατροπή μίας από τις καταδίκες που είχε επιβληθεί στον πανίσχυρο παραγωγό του Χόλυγουντ το 2020, καθώς κρίθηκε πως δεν είχε γίνει δίκαιη δίκη και ο δικαστής είχε λάβει υπόψιν του πληροφορίες που δεν σχετίζονταν με την υπόθεση. Ο παραγωγός είχε κατηγορηθεί για σεξουαλική παρενόχληση, σεξουαλική κακοποίηση, χειραγώγηση και βιασμό από πολλές γυναίκες ηθοποιούς, μεταξύ των οποίων και οι Σάλμα Χάγιεκ, Αντζελίνα Τζολί, Κάρα Ντελεβίν, Αλίσα Μιλάνο, και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 23 ετών. Τα επόμενα χρόνια μετά τη καταδίκη του, ο Χάρβεϊ Γουαϊνστάιν κατηγορήθηκε και για άλλους βιασμούς, ενώ καταδικάστηκε σε μία ακόμα υπόθεση το 2022 σε 16 χρόνια φυλάκιση, οπότε θα παραμείνει φυλακισμένος.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, ο δικαστής στην πρώτη εκδίκαση «πήρε κατάφωρα λανθασμένες αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένου του να αφήσει γυναίκες να καταθέσουν για ισχυρισμούς που δεν αποτελούσαν μέρος της υπόθεσης». Επομένως διατάχθηκε νέα δίκη με έναν δικηγόρο του Γουαϊνστάιν, τον Μπάρι Κάμινς να σημειώνει ότι ο πελάτης του στερήθηκε το 2020 το θεμελιώδες δικαίωμα για μία δίκαιη δίκη. Μετά από αυτή την απόφαση, εναπόκειται στον εισαγγελέα του Μανχάταν, Άλβιν Μπραγκ να αποφασίσει πώς θα προχωρήσει η υπόθεση. Σύμφωνα με τους New York Times, μια νέα δίκη θα αποτελούσε αναμφίβολα πρόκληση για τον εισαγγελέα του Μανχάταν, ενώ η επικεφαλής δικηγόρος του, Ντόνα Ροτούνο, σχολίασε: «Από την πρώτη ημέρα το λέω, ότι ο πελάτης μου διώκεται για τις αμαρτίες του και όχι για εγκλήματά».
Αντιδράσεις στο Χόλυγουντ
Η απόφαση του δικαστηρίου έχει λάβει έντονες αποδοκιμασίες από τις γυναίκες που έχουν πέσει θύματα του Γουαϊνστάιν, αρκετές από τις οποίες έχουν ήδη τοποθετηθεί με οργή. Ο δικηγόρος Νταγκ Γουίγκντορ, ο οποίος έχει εκπροσωπήσει οκτώ φερόμενα θύματα του Γουαϊνστάιν, συμπεριλαμβανομένων δύο γυναικών που κατέθεσαν στη δίκη της Νέας Υόρκης το 2020, έκανε λόγο για «ένα μεγάλο βήμα προς τα πίσω στην απόδοση ευθυνών για όσους έχουν προβεί σε πράξεις σεξουαλικής βίας». Η εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσης πρόκειται να έχει έντονες αντιδράσεις, ενώ μία από τις καταδίκες στην υπόθεση συνδέεται με την Jessica Mann, οι κατηγορίες της οποίας δεν έχουν ακόμα παραγραφεί. Η Μαν κατηγόρησε τον Γουαϊνστάιν για βιασμό σε δωμάτιο ξενοδοχείου στο Μανχάταν το 2013.
Η Ashley Judd, η οποία ήταν από τις πρώτες που μοιράστηκε τους ισχυρισμούς της εναντίον του, δήλωσε στους New York Times: «Αυτό είναι άδικο για τα θύματα. Εξακολουθούμε να ζούμε στην αλήθεια μας. Και ξέρουμε τι συνέβη». Αργότερα σε συνέντευξη Τύπου, πρόσθεσε: «Έτσι είναι να είσαι γυναίκα στην Αμερική, να ζεις με ανδρικό δικαίωμα στο σώμα μας». Η Tarana Burke, που πιστώνεται ως η ιδρύτρια του κινήματος #MeToo, δήλωσε ότι «στιγμές όπως αυτή υπογραμμίζουν γιατί τα κινήματα είναι απαραίτητα». Η ηθοποιός, συγγραφέας και ακτιβίστρια Amber Tamblyn χαρακτήρισε επίσης την απόφαση «απώλεια για ολόκληρη την κοινότητα των γυναικών που έθεσαν τη ζωή και την καριέρα τους σε κίνδυνο για να μιλήσουν», ενώ πολλές ακόμη που έχουν υποστεί κακοποίηση στα χέρια του παραγωγού έχουν δηλώσει δημόσια την αντίδρασή τους στην απόφαση.
‘Ten years ago, we could not get a man like Harvey Weinstein into a courtroom’, says MeToo founder @TaranaBurke.
Despite being “devastated” by the court’s decision to overturn Weinstein’s 2020 rape conviction, she says it shows they “have a movement” ⬇️ https://t.co/qgIPCfDFUa pic.twitter.com/HAUtV8bDUB
— Sky News (@SkyNews) April 25, 2024
Το ιστορικό της δίκης
To 2017, η εφημερίδα New York Times ξεκίνησε μία έρευνα για τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις, με τα πρώτα της δημοσιεύματα να αφορούν την Silicon Valley. Στη συνέχεια, τρεις δημοσιογράφοι πέρασαν τουλάχιστον τέσσερις μήνες μέχρι να βρουν τα στοιχεία που θα «γκρέμιζαν» εν μια νυχτί τον παντοδύναμο παραγωγό του Χόλυγουντ. Λίγες ημέρες μετά ο Ρόμαν Φάροου, δημοσιογράφος του New Yorker συνέχισε το ρεπορτάζ, επικαλούμενος τη μαρτυρία τριών γυναικών, ενώ είχε στην κατοχή και ένα ηχητικό ντοκουμένο το οποίο κατέληξε στις εισαγγελικές αρχές του Μανχάτταν.Τα ντοκουμέντα και οι δημόσιες τοποθετήσεις από μεγάλες σταρ του Χόλυγουντ ήταν ο εκρηκτικός συνδυασμός για να ξεκινήσει ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στις ΗΠΑ, το οποίο προκάλεσε την αποδοκιμασία όχι μόνο του χώρου της 7ης Τέχνης, αλλά και του πολιτικού κόσμου.
Όσο περνούσε ο καιρός, τα δημοσιεύματα πλήθαιναν, όπως και οι περιγραφές για τη συμπεριφορά του κορυφαίου παραγωγού να εκβιάζει και να παρενοχλεί συστηματικά τις ηθοποιούς με τις οποίες συνεργαζόταν. Συνολικά, κατηγορήθηκε για σεξουαλικές επιθέσεις σε πάνω από 80 γυναίκες, ενώ πολλές ήταν εκείνες που ανέφεραν πως κατέστρεψε την καριέρα τους εξαιτίας της άρνησης να ακολουθήσουν τις επιθυμίες του. Ο παραγωγός του Χόλυγουντ ήταν γνωστός για τη δύστροπη συμπεριφορά του και για τις δύσκολες συνεργασίες που είχε, όμως το όνομά του ήταν συνδεδεμένο με εμπορικές επιτυχίες αλλά και οσκαρικές αναγνωρίσεις. Όταν κατηγορήθηκε από τις γυναίκες ηθοποιούς του Χόλυγουντ, δεν αρνήθηκε τα περιστατικά, σημειώνοντας ότι όλα «ήταν συναινετικά».
Πηγή: mononews.gr