Τσάνταλης πτώχευση: Oι υποχρεώσεις της εταιρείας ξεπερνούν τα 65 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες
Η αίτηση πτώχευσης της οινοποιίας «Τσάνταλης» κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης και αναμένεται να συζητηθεί στις 11 Οκτωβρίου. Η εταιρεία έχει διακόψει την παραγωγή της από τον Αύγουστο του 2023, ενώ για πρώτη φορά στην ιστορία της δεν έγινε ο τρύγος, οπότε δεν μπορεί να εμφιαλώσει και να διαθέσει στην αγορά προϊόντα της νέας σοδειάς – όπως εξήγησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων της εταιρείας, Σάκης Καλιγάς. Αύριο, Σάββατο 27 Ιουλίου, οι εργαζόμενοι στην εταιρεία πραγματοποιούν γενική συνέλευση, παρουσία εργατολόγου, ώστε να ενημερωθούν πληρέστερα για την αίτηση πτώχευσης.
Η είδηση της κατάθεσης αίτησης πτώχευσης μπορεί να τάραξε τα νερά, αλλά δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, δεδομένου πως η εταιρεία αντιμετώπιζε επίμονα προβλήματα, παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες για επιβίωση και για εξεύρεση επενδυτή. Σε ερώτημα αν το ενδιαφέρον της Sterner Stenhus- «Ελληνικά Οινοποιεία» για την Τσάνταλης -πρόκειται για την εταιρεία που εξαγόρασε και τη «Μπουτάρης Οινοποιεία»- έχει οριστικά και αμετάκλητα ατονήσει, ο κ. Καλιγάς ξεκαθάρισε πως δεν γνωρίζει: «Φημολογίες μόνο ακούμε, το μόνο που ενδιαφέρει εμάς είναι να έρθει επιτέλους κάποιος επενδυτής στην εταιρεία και εμείς να μπούμε ξανά μέσα να δουλέψουμε».
Ο κ. Καλιγάς εργάζεται στην ιστορική οινοποιία σχεδόν 40 χρόνια, από το 1985, αλλά και οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους εργαζομένους της εταιρείας είναι δεμένοι με την ιστορία και την πορεία της, αφού κολλάνε ένσημα στην «Τσάνταλης» για τουλάχιστον δυόμισι δεκαετίες στην πλειονότητά τους, λέει. Αυτή τη στιγμή, διευκρινίζει, πάνω από 70 μέλη του σωματείου βρίσκονται σε επίσχεση εργασίας, ενώ αντίστοιχες κινήσεις έχουν κάνει μεμονωμένα και εργαζόμενοι που δεν είναι μέλη. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, οι υποχρεώσεις της εταιρείας ξεπερνούν τα 65 εκατ. ευρώ και αφορούν οφειλές προς πέντε τράπεζες, την εφορία, τ’ ασφαλιστικά ταμεία και τους εργαζόμενους. Ο δε τζίρος ακολουθεί τα τελευταία χρόνια αντίστροφη πορεία από εκείνη των υποχρεώσεων. Κι αυτό παρότι, όπως θυμάται ο κ. Καλιγάς, στην αποκορύφωση της πανδημίας «δεν προλαβαίναμε να στέλνουμε κρασιά στα σούπερ μάρκετ».
Ερωτηθείς κατά πόσο το κλείσιμο της ρωσικής αγοράς, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ενδέχεται να λειτούργησε σαν τη χαριστική βολή για την ιστορική οινοποιία, ο κ.Καλιγάς εκτίμησε μονολεκτικά ότι επηρέασε την οινοποιία, η οποία έχει έδρα τον Άγιο Παύλο και παραγωγικές εγκαταστάσεις/αμπελώνες σε Μαρώνεια (Ροδόπη), Χαλκιδική, Ραψάνη και Νάουσα (σ.σ. περίπου 150 στρέμματα αμπελώνων στη Χαλκιδική, 700 ειδικά στο Άγιο Όρος, 580 στη Μαρώνεια και 200 στη Νάουσα, ενώ στη Ραψάνη διαχειρίζεται 800). Ανάμεσα στους κωδικούς των προϊόντων της εταιρείας ξεχωρίζει ένα κρασί με μεγάλη απήχηση στη ρωσική αγορά και αξιοσημείωτη ιστορία, η ερυθρά «Κορμίλιτσα», η οποία παράγεται στο Μετόχι του Αγίου Παντελεήμονα στο Άγιο Όρος και έχει επιλεγεί από το Κρεμλίνο για να σερβίρεται στα επίσημα γεύματα που παρατίθενται με φόντο την Κόκκινη Πλατεία.
Μάλιστα, παλαιότερα στην ιστοσελίδα της εταιρείας (η οποία την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν ήταν προσβάσιμη) αναφερόταν η ακόλουθη ιστορία: «Ήταν το 1969 όταν ο Ευάγγελος Τσάνταλης, κατά τη διάρκεια μιας ημέρας κυνηγιού στο Άγιο Όρος, αναγκάστηκε να βρει καταφύγιο στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα λόγω μιας ξαφνικής καταιγίδας. Όταν η βροχή καταλάγιασε, ο Ευάγγελος Τσάνταλης δέχτηκε την πρόσκληση των μοναχών να τον ξεναγήσουν στη Μονή και στους γύρω χώρους. Καθώς περπατούσαν έξω, η θέα των παλιών, σχεδόν εγκαταλελειμμένων αμπελιών σε μια εξαιρετική τοποθεσία που λεγόταν Μετόχι Χρωμίτσας, κέρδισε αμέσως το ενδιαφέρον του. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε στο μυαλό του Ευάγγελου Τσάνταλη η ιδέα της αναβίωσης των αμπελώνων. Μια ιδέα που έγινε έργο ζωής. Ένα χρόνο αργότερα, ο Ευάγγελος Τσάνταλης υπέγραψε συμφωνία με τους μοναχούς του Αγίου Παντελεήμονα για την αξιοποίηση των αμπελώνων στο Μετόχι Χρωμίτσας, ενώ δεσμεύτηκε για την πλήρη αναβίωσή τους, αλλά και για την ανακατασκευή του οινοποιείου. Ήταν ξεκάθαρο από την αρχή ότι επρόκειτο για ένα έργο εξαιρετικά ακριβό σε όλα τα στάδιά του. Παρά ταύτα, η πίστη του Ευάγγελου Τσάνταλη στη μοναδικότητα του terroir, κυριάρχησε. Όταν ο επικεφαλής γεωπόνος τόνισε το υψηλό κόστος της επένδυσης, ο Ευάγγελος Τσάνταλης απάντησε: “Δεν ρωτάω πόσο κάνει. Ρωτάει αν αυτός ο αμπελώνας μπορεί να δώσει σταφύλια υψηλής ποιότητας”».
Η οικογένεια Τσάνταλη καλλιεργεί αμπέλια, οινοποιεί σταφύλια και αποστάζει τσίπουρα και ούζο από το 1890, ενώ βρίσκεται σήμερα στην τέταρτη γενιά της.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ