Σε ένα περιβάλλον διεθνούς αβεβαιότητας και γεωπολιτικής ρευστότητας, η Ελλάδα επιλέγει να κινηθεί με νηφαλιότητα και επιμονή στη νομιμότητα, διατηρώντας ανοιχτούς τους διαύλους με την Άγκυρα αλλά χωρίς εφησυχασμό. Παρά την ύφεση στη ρητορική έντασης που χαρακτήριζε παλαιότερες περιόδους, ο πυρήνας της τουρκικής πολιτικής παραμένει αναλλοίωτος: διαρκής επιδίωξη αναθεώρησης του στάτους κβο και εργαλειοποίηση της εξωτερικής πολιτικής. Η ελληνική διπλωματία επιδιώκει αποκλιμάκωση μέσα από την επίλυση πρακτικών ζητημάτων που αποτελούν εστίες τριβής, γνωρίζοντας ωστόσο πως οι τουρκικές διεκδικήσεις είναι διαχρονικές και ενταγμένες σε μια ευρύτερη στρατηγική αμφισβήτησης. Η πολιτική επικοινωνία μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας διατηρείται, με τη «θετική ατζέντα» να λειτουργεί ως εργαλείο θεσμικής σταθερότητας. Η Ελλάδα επενδύει σε θεσμικούς διαύλους, προσβλέποντας στην αποτροπή κρίσεων, χωρίς όμως να καλλιεργεί ψευδαισθήσεις για τις προθέσεις της τουρκικής πλευράς.
Ο Έβρος του 2020: Η νύχτα με τις δάδες και το αόρατο μέτωπο της Ευρώπης
Στο παρασκήνιο, βρίσκεται σε φάση προετοιμασίας νέα συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αν και δεν έχει ακόμα οριστεί η ημερομηνία. Το κλίμα είναι λειτουργικό αλλά επιφυλακτικό. Η επόμενη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας–Τουρκίας μετατέθηκε χρονικά λόγω εσωτερικών εξελίξεων στην Τουρκία, κυρίως μετά τη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου. Ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης δηλώνει πως στόχος είναι να πραγματοποιηθεί εντός του καλοκαιριού, ενώ η επικείμενη συνάντησή του με τον Χακάν Φιντάν, στο περιθώριο της υπουργικής συνόδου του ΝΑΤΟ στην Αττάλεια, αποκτά κομβική σημασία για τον καθορισμό του νέου χρονοδιαγράμματος.
Το Κυπριακό στο τραπέζι – Ξεκάθαρη θέση κατά της διχοτόμησης
Κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Γεραπετρίτη στην Κωνσταντινούπολη και το Φανάρι, συναντήθηκε με τον Τούρκο ΥΠΕΞ σε ιδιωτικό δείπνο όπου τέθηκε και το Κυπριακό. Η ελληνική πλευρά υπογράμμισε την απόλυτη αντίθεσή της στη ρητορική περί λύσης δύο κρατών, την οποία έχει ανοικτά υιοθετήσει ο Ταγίπ Ερντογάν. Αθήνα και Λευκωσία παραμένουν προσκολλημένες στη γραμμή της επανένωσης, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ. Διπλωματικές πηγές τονίζουν πως η επιβολή τετελεσμένων αποτελεί απειλή για την περιφερειακή σταθερότητα και ακυρώνει κάθε προοπτική διαπραγμάτευσης. Από το βήμα της διεθνούς έκθεσης αμυντικών συστημάτων DEFEA 2025, ο Νίκος Δένδιας επανέλαβε την ετοιμότητα της Ελλάδας να συμμετάσχει σε διάλογο, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι «δεν μπορούμε να αγνοούμε την ύπαρξη του casus belli, ούτε το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο που επιχειρεί να καταργήσει γεωγραφικά την Κρήτη». Το Υπουργείο Άμυνας επισημαίνει ότι η ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας παραμένει αδιαπραγμάτευτος στόχος, στο πλαίσιο μιας πολιτικής σύνεσης χωρίς υποχωρήσεις.
Η παρουσίαση από την ελληνική κυβέρνηση του Εθνικού Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού προκάλεσε την αντίδραση της Τουρκίας, η οποία απάντησε δημοσιοποιώντας δικό της χάρτη και χαρακτηρίζοντας «παράνομες» τις ελληνικές ενέργειες σε Αιγαίο και Μεσόγειο. Η τουρκική ηγεσία αντέδρασε επίσης στην ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου, επιδιώκοντας να αμφισβητήσει το έργο. Η Αθήνα ξεκαθαρίζει πως πρόκειται για ευρωπαϊκή επένδυση κοινής ωφέλειας, απολύτως ενταγμένη στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Ο Γεραπετρίτης επανέλαβε πως οι σχετικές ενέργειες δεν απαιτούν τη συναίνεση τρίτων χωρών και εντάσσονται σε νομικό πλαίσιο που δεν επιδέχεται παρερμηνειών.
Η σχέση Ελλάδας–Τουρκίας παραμένει εύθραυστη και σύνθετη: ένα συνεχές διπλωματικής αντοχής και εθνικής ευθύνης. Η ελληνική στρατηγική προκρίνει τον διάλογο, αλλά όχι την αφέλεια· τη σταθερότητα, αλλά όχι την παραίτηση. Σε μια εποχή επάλληλων κρίσεων, η Αθήνα επιλέγει την ψυχραιμία ως δύναμη αντίστασης, επιμένοντας στη νομιμότητα και τη διεθνή συνεργασία, χωρίς να παραγνωρίζει τους μόνιμους κινδύνους και τις ιστορικές παγίδες.