Το φαινόμενο της βίας μεταξύ ανηλίκων, αν και δεν είναι καινούργιο, έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια, προκαλώντας εύλογο προβληματισμό σε γονείς, εκπαιδευτικούς, επιστήμονες και θεσμικούς φορείς. Παιδιά και έφηβοι συμμετέχουν ολοένα και συχνότερα σε πράξεις βίας ή παραβατικής συμπεριφοράς, τόσο στο σχολικό περιβάλλον όσο και σε πλατείες, γειτονιές και διαδικτυακές πλατφόρμες. Πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό και διαταξικό φαινόμενο, το οποίο δεν εξαντλείται σε μεμονωμένα περιστατικά, αλλά αναδεικνύει βαθύτερες κοινωνικές και διαπροσωπικές ρωγμές.
Βασιλική Μελετλίδου: Η υπαστυνόμος που μιλά στις καρδιές των παιδιών για τη βία
Από την ενδοοικογενειακή παραμέληση έως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, η συμμετοχή ανηλίκων σε βίαιες συμπεριφορές συχνά συσχετίζεται με απουσία οικογενειακής στήριξης, έκθεση σε ενδοοικογενειακή βία, παραμέληση στη βρεφική και παιδική ηλικία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, χρήση ψυχοδραστικών ουσιών. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν ειδικοί, καθοριστικό ρόλο παίζουν επίσης το σχολικό περιβάλλον, οι ψηφιακές επιρροές, αλλά και οι πολιτισμικές μεταβολές στον τρόπο με τον οποίο κοινωνικοποιούνται οι νέοι. Στοιχεία δείχνουν ότι ένα ποσοστό περίπου 26% των παιδιών εκδηλώνει παραβατική συμπεριφορά από την ηλικία των 8 έως 14 ετών, ενώ παρατηρείται σαφής τάση μείωσης της ηλικίας των δραστών, γεγονός που επιτείνει τις ανησυχίες. Ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο ΑΠΘ, Βασίλης Βαμβακάς, τονίζει ότι η βία των ανηλίκων παρουσιάζει πλέον πιο οργανωμένα χαρακτηριστικά, με έμφαση όχι στις παραδοσιακές μορφές εγκληματικότητας (όπως κλοπές ή ληστείες), αλλά στις σωματικές επιθέσεις. Ιδιαίτερα από το 2023 και έπειτα, καταγράφεται αύξηση περιστατικών βίας με εμπλοκή ακόμη και κοριτσιών, κάτι που παλαιότερα θεωρούνταν εξαιρετικά σπάνιο.
Παρότι το φαινόμενο αφορά ένα μειοψηφικό ποσοστό ανηλίκων —που δεν ξεπερνά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο— η διαφορά, σύμφωνα με τον κ. Βαμβακά, έγκειται στο γεγονός ότι σήμερα η βία είναι πολύ πιο ορατή. Το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν ως επιταχυντές διάδοσης τέτοιων περιστατικών, ενώ η παρουσία τους στους δημόσιους χώρους – σε πλατείες, εμπορικά κέντρα, σχολικά προαύλια – ενισχύει την κοινωνική έκθεση. Ο ίδιος επισημαίνει ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν οδηγήσει σε χαλάρωση των ενδοοικογενειακών δεσμών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ψηφιακού χάσματος μεταξύ ανηλίκων και ενηλίκων. Η επανασύνδεση των γενεών μέσα από την τεχνολογία αποτελεί, όπως τονίζει, ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα του σύγχρονου κοινωνικού ιστού.
Από το bullying στην απορρύθμιση της καθημερινότητας
Η συζήτηση γύρω από τον σχολικό εκφοβισμό (bullying) συνδέεται άμεσα με την εμφάνιση βίαιων συμπεριφορών. Όπως εξηγεί ο καθηγητής, αν και τέτοιες συμπεριφορές υπήρχαν και παλαιότερα, σήμερα αποκτούν μαζική δημοσιότητα και ευρεία διάχυση, κυρίως λόγω της προβολής στα social media. Η έγκαιρη παρέμβαση των εκπαιδευτικών και των γονιών είναι, κατά τον ίδιο, κρίσιμης σημασίας. «Αν δεν υπάρξουν συντονισμένες ενέργειες, κυρίως στο σχολείο αλλά και σε άλλα περιβάλλοντα, το φαινόμενο μπορεί να κλιμακωθεί και να λάβει μη αναστρέψιμες διαστάσεις», προειδοποιεί.
Στην κατεύθυνση της πρόληψης και της θεσμικής αντιμετώπισης του φαινομένου, έχουν ήδη θεσμοθετηθεί διάφορα εκπαιδευτικά και θεσμικά εργαλεία, όπως οι σύμβουλοι σχολικής ζωής, τα νέα προγράμματα σπουδών και τα εργαστήρια δεξιοτήτων, όπως ανέφερε ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης Κεντρικής Μακεδονίας, Αλέξανδρος Κόπτσης. Παράλληλα, λειτουργεί ψηφιακή πλατφόρμα καταγγελιών για περιστατικά σχολικής βίας, στην οποία μπορούν να προσφεύγουν μαθητές και γονείς. Ωστόσο, ο ίδιος παραδέχεται ότι η αντιμετώπιση του φαινομένου δεν μπορεί να περιορίζεται στο σχολικό πλαίσιο, καθώς το παιδί είναι μέρος μιας ευρύτερης κοινωνικής συνθήκης.
Το σχολείο ως καθρέφτης της κοινωνίας
Ο παιδοψυχολόγος και νευροψυχολόγος Ιωσήφ Κουράκης, Διδάκτωρ Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, υπογραμμίζει ότι η βία δεν παράγεται στο σχολείο αλλά αντικατοπτρίζεται εκεί. Το σχολείο, σημειώνει, είναι μικρογραφία της κοινωνίας και όχι η αιτία των προβλημάτων. Η ανάγκη για συστηματική παρουσία ψυχολόγων στα σχολεία είναι, σύμφωνα με τον ίδιο, αδήριτη. Δεν αρκεί οι ειδικοί να καλούνται περιστασιακά ή κατόπιν κρίσης· πρέπει να ενταχθούν μόνιμα στη σχολική ζωή, ως βασικοί πυλώνες πρόληψης και υποστήριξης. Αντίστοιχα, η Μαριάνθη Σπουργίτη, ψυχολόγος του Κέντρου Κοινότητας του Δήμου Θεσσαλονίκης και συντονίστρια ομάδων γονέων, επισημαίνει πως πολλοί γονείς δεν έχουν τις γνώσεις ή τα εφόδια για να αναγνωρίσουν ή να διαχειριστούν τις μορφές βίας, ούτε να διακρίνουν πότε η συμπεριφορά του παιδιού τους αποτελεί απλώς εκτόνωση ή ανησυχητικό σημάδι.
Σε νομικό επίπεδο, η δικηγόρος Αφροδίτη Νέστορα αναφέρθηκε στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Αντιμετώπισης της Βίας και της Παραβατικότητας των Ανηλίκων, το οποίο αντιμετωπίζει σφαιρικά έξι μορφές βίας – από την ενδοσχολική και την ενδοοικογενειακή, έως τη ρατσιστική και την εξτρεμιστική. Παράλληλα, μέσα από προγράμματα του ΕΣΠΑ, έχουν ξεκινήσει πρωτοβουλίες για τη δωρεάν νομική υποστήριξη οικογενειών που έχουν πέσει θύματα ενδοοικογενειακής βίας, προσφέροντας έτσι ένα πλαίσιο προστασίας για τα παιδιά που πλήττονται άμεσα ή έμμεσα από τέτοιες καταστάσεις.