Τα έχωσε για τα καλά στον Ντάισελμπλουμ ο Πρωθυπουργός: Είπε μεταξύ άλλων: «Όταν τα ελλείμματα είναι υψηλά, η Ευρωζώνη απαιτεί ενέργειες για να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες. Ο κ. Ντάισελμπλουμ, λοιπόν, αντί για ανάρμοστα και σεξιστικά σχόλια περί “ποτών και γυναικών»”, θα όφειλε να ζητήσει από τη Γερμανία να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες, δεδομένου του […]
Τα έχωσε για τα καλά στον Ντάισελμπλουμ ο Πρωθυπουργός: Είπε μεταξύ άλλων: «Όταν τα ελλείμματα είναι υψηλά, η Ευρωζώνη απαιτεί ενέργειες για να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες. Ο κ. Ντάισελμπλουμ, λοιπόν, αντί για ανάρμοστα και σεξιστικά σχόλια περί “ποτών και γυναικών»”, θα όφειλε να ζητήσει από τη Γερμανία να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες, δεδομένου του μεγάλου πλεονάσματος της στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αυτά εξηγούν γιατί, ενώ το 2008 η Γερμανία και η Ελλάδα είχαν σχεδόν το ίδιο επίπεδο ανεργίας, 7,4% η Γερμανία και 7,8% η Ελλάδα, η Γερμανία το μείωσε στο 4,6%, ενώ στην Ελλάδα ανήλθε στο 25%. Και όλα αυτά τα στοιχεία οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα. Η διαχείριση της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη ωφέλησε τον Βορρά εις βάρος του Νότου:
Η αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά την κρίση δείχνει προδήλως μια διερευνώμενη οικονομική απόκλιση μεταξύ Βορρά και Νότου. Το κατά κεφαλήν εισόδημα στον Νότο το 2015 ήταν χαμηλότερο από ό,τι το 2007. Αντιθέτως, στις περισσότερες χώρες του Βορρά ήταν υψηλότερο. Η διαδικασία της σύγκλισης προς χαμηλότερα επίπεδα ανεργίας μέχρι το 2008 αντιστράφηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης και ακολουθήθηκε από τεράστια και χωρίς προηγούμενο απόκλιση. Τα επίπεδα της μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων είναι σε απαράδεκτα ιστορικά υψηλά.
Ο κίνδυνος της φτώχειας και ο κοινωνικός αποκλεισμός, ιδιαίτερα για τα παιδιά και τους νέους, έχει αυξηθεί από το 2007 στο 25% περίπου. Ακόμη χειρότερα, η κατάσταση είναι κρίσιμη στις επί τέσσερα χρόνια χτυπημένες από την κρίση χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Κοιτώντας αποκλειστικά την αύξηση της φτώχειας των παιδιών και των νέων σε αυτές τις τέσσερεις χώρες, τότε η αύξηση σε απόλυτα μεγέθη αφορά 1,16 εκατ. περίπου παιδιά».