Τη δική του απάντηση δίνει στον Χρήστο Σπίρτζη ο Νίκος Δρανδάκης, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της διαδικτυακής πλατφόρμας μίσθωσης ταξί Beat, μετά την επίθεση του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, ο οποίος είπε πως η εταιρεία δεν πληρώνει φόρους στην Ελλάδα, διατηρώντας την έδρα της στο Λονδίνο. Ο ίδιος δηλώνει συγκλονισμένος, καθώς ο υπουργός κάλεσε τους υπεύθυνους […]
Τη δική του απάντηση δίνει στον Χρήστο Σπίρτζη ο Νίκος Δρανδάκης, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της διαδικτυακής πλατφόρμας μίσθωσης ταξί Beat, μετά την επίθεση του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, ο οποίος είπε πως η εταιρεία δεν πληρώνει φόρους στην Ελλάδα, διατηρώντας την έδρα της στο Λονδίνο.
Ο ίδιος δηλώνει συγκλονισμένος, καθώς ο υπουργός κάλεσε τους υπεύθυνους της εταιρείας “να φέρουν φορολογικές δηλώσεις για να δούμε τι έχουν αποδώσει σε φόρους στην Ελλάδα”.
“Είναι συγκλονιστικό αυτό που συμβαίνει. Καταργείται το τεκμήριο της αθωότητας και επιστρέφει το τεκμήριο της ενοχής. Πρέπει να προσέλθω με τις φορολογικές δηλώσεις μου και να αποδείξω ότι δεν είμαι φοροφυγάς. Φορολογικά στοιχεία παρέχω μόνο στις Αρχές. Ας με διώξει ο κ. Σπίρτζης” σχολιάζει στο capital.gr o κ. Δρανδάκης ενόψει της προγραμματισμένης συνάντησής του σήμερα με τον υπουργό Υποδομών.
Χθες, ο κ. Σπίρτζης σημείωσε ότι η Beat, όπως και οι υπόλοιπες εταιρείες διαχείρισης διαδικτυακών πλατφορμών εντοπισμού ταξί, πρέπει να διαθέτουν θυγατρικές και όχι υποκαταστήματα.
“Γιατί να μην είναι ξένες οι συγκεκριμένες εταιρείες; Εάν η κυβέρνηση επιθυμεί επενδύσεις μόνον από αμιγώς ελληνικές εταιρίες, όπως αφήνει να εννοηθεί ο κ. Σπίρτζης, ας το καταστήσει σαφές” αναφέρει ο ιδρυτής της Beat.
Για τους αποδιδόμενους φόρους, ο κ. Δρανδάκης τονίζει ότι η Beat έχει καταβάλει σε φόρους πέντε εκατομμύρια ευρώ, ενώ, σε σχέση με τις εκπτώσεις που κατά καιρούς προσφέρει η εταιρεία, σχολιάζει ότι “πρόκειται περί τεράστιας παρανόησης”.
“Δεν μειώνουμε το κόμιστρο, το ποσό που αναγράφει το ταξίμετρο και η φορολογική απόδειξη. Εκ των υστέρων, καταβάλουμε ένα ποσό του κομίστρου, με τους επιβάτες να πληρώνουν το υπόλοιπο. Ο οδηγός ταξί, ως πάροχος της υπηρεσίας, εισπράττει κανονικά το κόμιστρο επί του οποίο επιβάλλεται η προβλεπόμενη φορολογία. Επομένως, ποιος πληρώνει το κόμιστρο είναι άλλη συζήτηση. Δεν μειώνεται όμως, το ύψος του” εξηγεί.
Σχετικά με τα παραστατικά που εκδίδει η Beat, ο ιδρυτής της αναφέρει ότι εκδίδονται τιμολόγια για τα ποσά που χρεώνονται στους πελάτες της, τους οδηγούς ταξί, οι οποίοι “χρεώνονται με προμήθεια και λαμβάνουν τιμολόγια για κάθε συναλλαγή, εδώ και έξι χρόνια”.
Για το δια ταύτα του νέου ρυθμιστικού πλαισίου λειτουργίας, που προβλέπει την εξασφάλιση άδειας προκειμένου οι συγκεκριμένες εταιρείες να είναι νόμιμες, ο κ. Δρανδάκης δηλώνει ότι τάσσεται υπέρ.
“Είμαστε υπέρ της λήψης αδειοδότησης, αλλά θα πρέπει να εξετάσουμε ποιες προϋποθέσεις απαιτούνται. Αναμφισβήτητα, το απαιτούμενο διάστημα των δύο μηνών για τη σύναψη σύμβασης ορισμένου χρόνου με τους αυτοκινητιστές είναι καλύτερο σε σχέση με την τριετία που προέβλεπαν, αρχικά διαρροές του νομοσχεδίου. Πρέπει όμως, να δούμε εάν η διαδικασία της έκδοσης άδειας είναι βιώσιμη. Απασχολούμε 8.000 οδηγούς, οι οποίοι σύντομα θα αυξηθούν σε 10.000. Εάν πρέπει να ανανεώνουμε τις συμβάσεις αυτές κάθε δύο μήνες, θα πρέπει να ιδρύσουμε δικηγορική εταιρεία” λέει χαρακτηριστικά.
Αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο προσφυγής κατά του νομοσχεδίου, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο κ. Δρανδάκης καταλήγει: “η διαδικασία της αδειοδότησης αφορά την ουσία του νόμου για την οποία επιθυμούμε να συζητήσουμε με το υπουργείο. Ούτε τα φορολογικά θέματα της εταιρείας μου, ούτε τα μετοχικά ζητήματα αφορούν τον κ.Σπίρτζη”.