Ο πρόεδρος της Αλβανίας, Ιλίρ Μέτα, αρνήθηκε την Τρίτη να δώσει την άδεια για περαιτέρω συνομιλίες με την Ελλάδα για τα θαλάσσια σύνορα, απαιτώντας περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Balkan Insight. «Το αίτημα δεν καθορίζει με σαφήνεια το αντικείμενο των διαπραγματεύσεων, για τις οποίες ζητείται η εξουσιοδότηση», […]
Ο πρόεδρος της Αλβανίας, Ιλίρ Μέτα, αρνήθηκε την Τρίτη να δώσει την άδεια για περαιτέρω συνομιλίες με την Ελλάδα για τα θαλάσσια σύνορα, απαιτώντας περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Balkan Insight.
«Το αίτημα δεν καθορίζει με σαφήνεια το αντικείμενο των διαπραγματεύσεων, για τις οποίες ζητείται η εξουσιοδότηση», τόνισε ο Μέτα κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, προσθέτοντας πως «ο σκοπός του προέδρου δεν ήταν και δεν είναι τα πολιτικά παιχνίδια με ένα τόσο σοβαρό και λεπτό ζήτημα».
Από την άλλη, το «Βήμα της Κυριακής» γράφει ότι οι συζητήσεις για τις θαλάσσιες ζώνες καλύπτονται από πέπλο άκρας μυστικότητας, αλλά από τις πληροφορίες που μέχρι στιγμής έχουν συλλεχθεί φαίνεται ότι κινούνται σε δύο γραμμές.
Η πρώτη γραμμή είναι ότι η Αθήνα να συμφωνήσει να δεχθεί αναθεώρηση της Συμφωνίας του 2009 και να προβεί σε νέες διαπραγματεύσεις, με σκοπό να αλλάξει η οριοθέτηση που είχε συμφωνηθεί. Το σκεπτικό πίσω από αυτή την κίνηση της Αθήνας είναι ότι τα Τίρανα είχαν μάλλον αδικηθεί από την προηγούμενη συμφωνία.
Η δεύτερη γραμμή είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση ετοιμάζεται να προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών υδάτων της στα 12 ναυτικά μίλια. Κινητήριος δύναμη πίσω από την επαναδιαπραγμάτευση είναι ότι μια «νέα» συμφωνία είναι καλύτερη από μια ανενεργή συμφωνία.
Σύμφωνα με τις -μέχρι τώρα- ενδείξεις, μέρος των οποίων είδε το φως της δημοσιότητας σε αλβανικά μέσα ενημέρωσης αλλά επιβεβαιώνονται από ελληνικές πηγές, η Αθήνα σκέφτεται «να αποζημιώσει» τα Τίρανα με μια θαλάσσια έκταση (πέριξ της Κέρκυρας). Αυτό θα μπορούσε να γίνει με μια μετατόπιση της γραμμής οριοθέτησης και ενδεχομένως με την επιλογή διαφορετικών γραμμών βάσης από την αλβανική πλευρά. Ωστόσο, τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο ώσπου να δημοσιοποιηθούν χάρτες και συντεταγμένες.
Η Συμφωνία του 2009 παρέχει ήδη τη δυνατότητα για την Αθήνα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ., χωρίς να την παραβιάζει.
Το δικαίωμα της επέκτασης είχε ενσωματωθεί στη Συμφωνία από τη στιγμή που οι δύο χώρες είχαν διαφορετική αιγιαλίτιδα ζώνη κατά τις συνομιλίες: 6 ν.μ. η Ελλάδα και 12 ν.μ. η Αλβανία. Αντίθετα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η πιθανή αποδοχή από την Αθήνα ορισμένων αλβανικών επιχειρημάτων που μοιάζουν επικίνδυνα με αντίστοιχα τουρκικά, αναφορικά με την επήρεια των νησιών, ίσως εκληφθούν ως αρνητικό προηγούμενο από τρίτα μέρη, όπως η Άγκυρα.
Ο λόγος είναι ότι αν η σύγκλιση Αθήνας – Τιράνων βασιστεί στην αποδοχή της αλβανικής άποψης ότι τα Διαπόντια Νησιά (βορειοδυτικά της Κέρκυρας) χάνουν σε επήρεια σε σχέση με τη Συμφωνία του 2009, τότε αποδυναμώνεται πολιτικά η ελληνική θέση αρχής σε ό,τι αφορά το Καστελόριζο (ότι δηλαδή το νησιωτικό σύμπλεγμα έχει πλήρεις θαλάσσιες ζώνες). Ακόμα και η επέκταση των χωρικών υδάτων μόνο έναντι της Αλβανίας θα ενίσχυε την πάγια θέση της Τουρκίας περί «ειδικών περιστάσεων» στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, τροφοδοτώντας τα τουρκικά επιχειρήματα σε μια μάλλον ευαίσθητη στιγμή. Κρίσιμο σημείο είναι αν η επέκταση στα 12 ν.μ. θα περιοριστεί έναντι της Αλβανίας ή θα αφορά όλο το Ιόνιο Πέλαγος, άρα και έναντι της Ιταλίας. Αν περιοριστεί προς Αλβανία, το επιχείρημα περί «ειδικών περιστάσεων» ενισχύεται. Αν συμπεριληφθεί η περιοχή προς Ιταλία, αυτό ίσως δημιουργήσει πρόβλημα με τη Ρώμη σε πιθανή επικαιροποίηση της ελληνοϊταλικής συμφωνίας οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας του 1977.
Οι αλβανικές αμφισβητήσεις έχουν εκφραστεί με σειρά ρηματικών διακοινώσεων, ιδιαίτερα από το 2015 και μετά, με αφορμή τη δημοσιοποίηση από ελληνική πλευρά του χάρτη με τα οικόπεδα προς έρευνα και εξερεύνηση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο. Ο αλβανικός σκοπός ήταν σαφής: να αποδεχθεί η Ελλάδα την ακυρότητα της Συμφωνίας του 2009.