από την Φωτεινή Βρύνα Περιφερειακή Σύμβουλο Αττικής, Επικεφαλής Τομέα Ισότητας Φύλων Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας O Τομέας Ισότητας των Φύλων της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας χαιρετίζει επί της αρχής τη νομοθετική πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, καθώς και της ενδοοικογενειακής […]
από την Φωτεινή Βρύνα
Περιφερειακή Σύμβουλο Αττικής,
Επικεφαλής Τομέα Ισότητας Φύλων Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας
O Τομέας Ισότητας των Φύλων της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας χαιρετίζει επί της αρχής τη νομοθετική πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, καθώς και της ενδοοικογενειακής βίας.
Η Σύμβαση για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας άνοιξε για υπογραφή στις 11 Μαΐου 2011, με την ευκαιρία της 121ης Συνόδου της Επιτροπής Υπουργών στην Κωνσταντινούπολη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Μετά την 10η επικύρωσή της από την Ανδόρα στις 22 Απριλίου 2014, η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2014.
Η κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης για την καταπολέμηση της βίας καλύπτει κάθε μορφή έμφυλης βίας και είναι το πρώτο νομικά δεσμευτικό μέσο στην Ευρώπη, με στόχο τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου νομικού πλαισίου για την προστασία των γυναικών από πράξεις βίας, καθώς και για την πρόληψη, δίωξη και εξάλειψη όλων των μορφών βίας κατά των γυναικών.
Η Σύμβαση θεσπίζει, επίσης, έναν διεθνή μηχανισμό για την παρακολούθηση της εφαρμογής της σε εθνικό επίπεδο, κατά την πάγια τακτική των συμβάσεων που συνάπτονται εντός του θεσμικού πλαισίου του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Επί της ουσίας επικεντρώνεται σε τέσσερα βασικά θέματα, πρόληψη, προστασία, δίωξη και παρακολούθηση.
Περιλαμβάνει προβλέψεις για την κατάρτιση των επαγγελματιών που βρίσκονται σε επαφή με τα θύματα, εκστρατείες ευαισθητοποίησης, με την ανάπτυξη του σχετικού εκπαιδευτικού υλικού, δημιουργία προγραμμάτων θεραπείας για δράσεις, παροχή υπηρεσιών στα θύματα, συμπεριλαμβανομένων των καταφυγίων για κακοποιημένες γυναίκες, τηλεφωνικών γραμμών εξυπηρέτησης και υπηρεσιών εξειδικευμένης ιατρικής ψυχολογικής και νομικής υποστήριξης.
Η βία κατά των γυναικών, δυστυχώς, ακόμη δεν έχει εκλείψει από τις κοινωνίες μας.
Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους, καθώς το ένα τρίτο του συνόλου των γυναικών στην Ευρώπη έχουν υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία τουλάχιστον μία φορά στην ενήλικη ζωή τους. Το 20% έχουν υποστεί παρενόχληση μέσω διαδικτύου. Μια στις τις 20 γυναίκες έχει πέσει θύμα βιασμού και ποσοστό μεγαλύτερο από το ένα δέκατο έχει υποστεί σεξουαλική βία με χρήση σωματικής βίας.
Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης ακολουθεί συνολική και στοχευμένη προσέγγιση για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών, που συνιστά παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακραία μορφή διάκρισης. Θέτει στο επίκεντρο τα ζητήματα βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών, συμπεριλαμβανομένης και της ενδοοικογενειακής βίας, ενώ παράλληλα προάγει τα δικαιώματα των θυμάτων.
Εδώ πρέπει να ανοίξουμε μια παρένθεση, ότι σε μια περίοδο κρίσης αυτά τα φαινόμενα, δυστυχώς, έχουν αυξηθεί σε ό,τι αφορά στη βία κατά των γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία. Η προσχώρηση της Ελλάδας στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης εξασφαλίζει ένα συναινετικό εθνικό νομοθετικό πλαίσιο για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να μείνουμε μόνο στην κύρωση της Σύμβασης, αλλά να προχωρήσουμε και στην υλοποίηση αυτής.
Αν θέλουμε να αποτάξουμε κάθε μορφή έμφυλης βίας θα πρέπει να τεθούν γερές βάσεις στην εκπαίδευση και μάλιστα στην πρωτοβάθμια. Διαφορετικά, θα μεγαλώσουμε σε κοινωνίες που θα έχουν αποτύχει να εκπληρώσουν το ύψιστο καθήκον τους, που είναι η προστασία των πολιτών και των δικαιωμάτων τους.
Όλες οι μορφές βίας κατά των γυναικών, ενδοοικογενειακή, κοινωνική, οικονομική, εργασιακή έχουν απασχολήσει όλες τις γυναικείες οργανώσεις επί δεκαετίες, γιατί το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Οι οργανώσεις κατά καιρούς, ύστερα από πρόσκληση των αρμοδίων φορέων όλων των κυβερνήσεων, έχουν υποβάλει προτάσεις για την αντιμετώπιση τους.
Όλοι συμφωνούν ότι το φαινόμενο αυτό πρέπει να εκλείψει από την κοινωνία λαμβάνοντας συγκεκριμένα μέτρα, κάτι που έχει γίνει σε κάθε ευκαιρία. Όμως , αντί του περιορισμού και της εξάλειψης που ήταν ο στόχος, η βία εξαπλώνεται και λαμβάνει διαρκώς διαφορετική μορφή, με αυξημένη αγριότητα.
Η ποινική νομοθεσία κατά καιρούς τροποποιείται με στόχο την πάταξη της βίας.
Παράλληλα είναι κοινή η διαπίστωση ότι πρέπει να υπάρχει και να λειτουργεί αποτελεσματικά ένα σύνολο δράσεων και υποστηρικτικών δομών για την πρόληψη, την προστασία και την επανένταξη στην κοινωνία των θυμάτων, γιατί τα τραύματα ψυχικά, σωματικά κ.λπ. θεραπεύονται δύσκολα και σε ειδικό περιβάλλον.
Ανησυχητικές διαστάσεις έχει λάβει και η βία κατά των παιδιών, καθώς και η διακίνηση ανθρώπων για οικονομική και σεξουαλική εκμετάλλευση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η άσκηση όλων των μορφών βίας υπάρχει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, ανεξάρτητα από μόρφωση και οικονομική και κοινωνική θέση.