Ο ΕΝΦΙΑ μένει, οι περικοπές στις συντάξεις έρχονται. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει την επικεφαλίδα όσων περιλαμβάνονται στο ολιστικό σχέδιο της κυβέρνησης για την μεταμνημονιακή εποχή.
Την ίδια ώρα, δηλαδή, που μέσα στο σχέδιο προαναγγέλεται η μονιμοποίηση του ΕΝΦΙΑ με σταθερό μακροπρόθεσμο στόχο την είσπραξη 2,65 δισ. ευρώ, στις ίδιες 106 σελίδες περιγράφεται πώς θα περικοπούν συνολικά 7 δισ. από τους συνταξιούχους μέχρι το 2020. Συγκεκριμένα το σχέδιο προβλέπει ότι από το 2016 έως το 2020 η κυβέρνηση θα έχει πετύχει να πέσουν οι δαπάνες συντάξεων κατά 3,9% (από 17,3% σε 13,4%) πυ σημαίνει ότι με την αξία του ΑΕΠ στα 182 δισ. ευρώ ισοδυναμεί με αφαίμαξη 7 δισ. ευρώ.
Στην εφιαλτική σελίδα 74 προβλέπεται, επίσης, ότι μετά το 2025 το κράτος θα εγγυάται μόνο τα 384 ευρώ της κρατικής σύνταξης.
Όσο για την πολυδιαφημισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού οι συντάκτες του κειμένου εμφανίζονται εξαιρετικά συντηρητικοί και αόριστοι τόσο στο χρόνο όσο και στον τρόπο με τον οποίο θα συμβεί αυτό. Όπως τονίζεται «το νέο επίπεδο του κατώτατου μισθού θα καθοριστεί μέσω του πρόσφατα βελτιωμένου συστήματος, το οποίο απαιτεί μια εκτεταμένη εκτίμηση επιπτώσεων ώστε να προβλεφθούν οι αντιδράσεις των παραγόντων της αγοράς εργασίας και οι επιπτώσεις στη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Αυτή η εκτίμηση επιπτώσεων θα διεξαχθεί από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και τους αρμόδιους φορείς υλοποίησης. Οι αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατου μισθού θα λάβουν υπόψη τις εξελίξεις στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, καθώς και το ποσοστό συνολικής ανεργίας, το ποσοστό ανεργίας των νέων, και τα ισχύοντα μισθολογικά επίπεδα».
«Ελλάδα: Μια στρατηγική ανάπτυξης για το µέλλον»
Σύμφωνα με το protothema. gr, το περίφημο ολιστικό πρόγραμμα των 106 σελίδων με τίτλο «Ελλάδα: Μια στρατηγική ανάπτυξης για το μέλλον» , το οποίο αποτελείται από πέντε κεφάλαια για την
– Δημοσιονομική Βιωσιμότητα
– την Βιώσιμη ανάπτυξη
– Διαρθρωτικές συνθήκες για την ανάπτυξη
– την Δίκαιη και χωρίς αποκλεισµούς ανάπτυξη
– και την Χρηµατοδότηση της ανάπτυξης 80
Αναφορικά με την φορολογική πολιτική οι αναφορές της κυβέρνησης παραπέμπουν μάλλον σε ευχολόγιο καθώς επαναλαμβάνονται οι εξαγγελίες περι καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Στην εισαγωγή του συγκεκριμένου υποκεφαλαίου σημειώνεται: «Στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ανάπτυξη, η φορολογική πολιτική θα συμβάλει στην προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων και στην αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της σταδιακής μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για την εργασία, καθώς και μέσω της καθιέρωσης σταθερού φορολογικού καθεστώτος για την ενίσχυση των ξένων και των εγχώριων επενδύσεων. Η σταδιακή μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης θα διευκολύνει τις επενδύσεις σε εξαγωγικούς τομείς της οικονομίας και θα οδηγήσει στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης με πολλά μακροοικονομικά και φορολογικά οφέλη. Η μείωση της φορολογίας εταιρειών θα έχει άμεση επίδραση στην κερδοφορία των επιχειρήσεων και θα στοχεύει στην παροχή βοήθειας στις εγχώριες επιχειρήσεις και στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Η σταδιακή μείωση της φορολογίας, η οποία συμπληρώνεται από την παραγωγικότητα και τα επενδυτικά κίνητρα για την εργασία και τις επιχειρήσεις αντιστοίχως, θα συνεισφέρει ανάλογα στη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη».
Μείωση της φορολογίας μόνο αν…
Πάντως, η κυβέρνηση αν και επισημαίνει ότι η μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων και πολιτών είναι αναγκαία και δίκαιη σπεύδει να διαβεβαιώσει τους δανειστές πως θα γίνει πράξη μόνο εάν τα δημοσιονομικά περιθώρια το επιτρέψουν.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση κατά τα προσεχή έτη είναι να δημιουργηθεί ένα φορολογικό σύστημα σταθερό, φιλικό προς την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, το οποίο θα είναι δίκαιο, απλό και αποτελεσματικό» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση για να προστεθεί: «Θα πρέπει να εξασφαλίσει τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες, η οποία αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια ως αποτέλεσμα της μεγάλης δημοσιονομικής προσαρμογής, υπό τον όρο ότι τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι επαρκή για τη χρηματοδότηση τέτοιων μέτρων».
Η κυβερνητική στρατηγική φορολογικής μεταρρύθμισης, όπως παρουσιάζεται στην σχετική ανάλυση, αποτελείται από τις ακόλουθες βασικές δράσεις:
• Αξιοποίηση του περιουσιολογίου. Το 2018, ελήφθη νομοθετική πρωτοβουλία για την ολοκλήρωση και την τροποποίηση του νόμου 3842/2010. Το περιουσιολόγιο θα χρησιμεύσει για τον έλεγχο περιουσιακών στοιχείων του φορολογούμενου και θα συμβάλει στη μείωση της φοροδιαφυγής. Θα επιτρέψει την κατανομή του φορολογικού βάρους στη βάση αντικειμενικών εισοδηματικών, ιδιοκτησιακών και κοινωνικών κριτήριων, σε συνδυασμό με τα αφορολόγητα όρια.
• Επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών μέσω κανονιστικών αποφάσεων και κινήτρων για τους φορολογούμενους (π.χ. λοταρία). Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η χρήση των ηλεκτρονικών πληρωμών αυξάνεται σταθερά. Ο αριθμός των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών αυξήθηκε κατά 35% στα 513 εκατ. το 2016, ενώ η αξία των συναλλαγών αυξήθηκε κατά 40% φτάνοντας τα 55 δισ. Ευρώ. Η χρήση των ψηφιακών πληρωμών αυξάνει τα δημόσια έσοδα (ΦΠΑ και φόρος εισοδήματος) και βελτιώνει την φορολογική συμμόρφωση.
• Διεύρυνση της φορολογικής βάσης και καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, για παράδειγμα μέσω της φορολόγησης των βραχυπρόθεσμων μισθώσεων ακινήτων μέσω ηλεκτρονικών πλατφορμών όπως η Airbnb.
• Διασταύρωση φορολογικών δηλώσεων και τραπεζικών λογαριασμών για την αντιμετώπιση μεγάλων περιπτώσεων φοροδιαφυγής.
• Καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καυσίμων και καπνού. Εφαρμόστηκε ο νόμος 4410/2016, καθώς προβλέπει: α) σημαντικές αλλαγές στον τελωνειακό κώδικα για την ενίσχυση της καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης προϊόντων καπνού
• β) τη δημιουργία ενός Συντονιστικού Κέντρου για την προώθηση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των αρχών που καταπολεμούν το λαθρεμπόριο προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης. Η προσπάθεια αυτή θα επεκταθεί στον τομέα των καυσίμων.
• Ενσωμάτωση των μέτρων του ΟΟΣΑ για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS) στην ελληνική νομοθεσία για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής μεγάλων επιχειρήσεων.
• Παροχή φορολογικών κινήτρων για τις επιχειρήσεις μέσω του νέου αναπτυξιακού νόμου και του νόμου για τις στρατηγικές επενδύσεις.
• Εξασφάλιση δίκαιων ρυθμίσεων για τους οφειλέτες του δημοσίου μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού (OCW), ο οποίος συμβάλλει σημαντικά στην εδραίωση βιώσιμων επιχειρήσεων.
• Προσαρμογή του ΕΝΦΙΑ μέσω της εξίσωσης των εμπορικών αντικειμενικών αξιών. Αυτή η προσαρμογή θα καταστήσει βιώσιμα, μακροπρόθεσμα, τα έσοδα (2,65 δισ. Ευρώ)και θα οδηγήσει σε δίκαιη κατανομή του φόρου επί των ακινήτων. Επιπλέον, η προσαρμογή αυτή θα ευθυγραμμίσει το ελληνικό κράτος με τις δικαστικές αποφάσεις του ΣΤΕ, εξαλείφοντας τις σχετικές δικαστικές διαφορές. Θα δημιουργηθεί ένας μόνιμος μηχανισμός αποτίμησης για την τακτική ενημέρωση των φορολογικών αξιών (συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματικών ακινήτων) και για περαιτέρω βελτιώσεις του φόρου ακίνητης περιουσίας ώστε οι αξίες αυτές να συγκλίνουν με τις πραγματικές αγοραίες αξίες των ακινήτων.
Μείωση συντάξεων: από 17,3% του ΑΕΠ το 2016 σε 13,4% το 2020 και 12,9% το 2040
Για την πορεία των συντάξεων η κυβέρνηση επισημαίνει ότι «Από δημοσιονομική άποψη, η μεταρρύθμιση του 2016 ήταν εμπροσθοβαρής. Μαζί με την συμπληρωματική νομοθεσία, οι εξοικονομήσεις πόρων αναμένεται να φτάσουν το 2,8% του ΑΕΠ έως το 2020 και να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα. Οι δαπάνες για τις συντάξεις αναμένεται να μειωθούν από 17,3% του ΑΕΠ το 2016 σε 13,4% έως το 2020 και σε 12,9% το 2040 -λαμβάνοντας υπόψη και την αυξηση του ΑΕΠ-, σε σύγκριση με το 13% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Από το 2025 και μετά, η κρατική χρηματοδότηση θα καλύπτει μόνο την εθνική σύνταξη (4,8% του ΑΕΠ) και δεν θα είναι απαραίτητη πρόσθετη χρηματοδότηση, δεδομένου ότι το έλλειμμα θα έχει εξαλειφθεί. Οι εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών θα αντιπροσωπεύουν σχεδόν όλες τις εισφορές του συστήματος από το 2026 και μετά. Κατά συνέπεια, η εφαρμογή της μεταρρύθμισης διασφαλίζει τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος».