Σε εφαρμογή τίθεται από τον Απρίλιο δέσμη παρεμβάσεων με στόχο τη σταδιακή βελτίωση των εισοδημάτων των δημοσίων υπαλλήλων, ξεκινώντας με την εξίσωση του εισαγωγικού μισθού στο Δημόσιο με τον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα. Η ρύθμιση οδηγεί σε αύξηση 30 ευρώ μικτά για όλους τους υπαλλήλους, ανεξαρτήτως μισθολογικού κλιμακίου. Η αύξηση δεν αφορά μόνο τους νεοεισερχόμενους, αλλά επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα μισθοδοσίας, ενισχύοντας τα εισοδήματα υπαλλήλων με απολαβές των 1.000 ή 1.200 ευρώ. Το δημοσιονομικό κόστος της ρύθμισης υπολογίζεται σε 215 εκατομμύρια ευρώ.
Προηγήθηκε η εφαρμογή αυτοτελούς φορολόγησης υπερωριών στους υγειονομικούς, με συντελεστή 22%, η οποία οδήγησε σε μέση αύξηση αποδοχών κατά 130 ευρώ, με συνολικό κόστος για το Δημόσιο 40 εκατομμύρια ευρώ. Επιπλέον, από την 1η Ιανουαρίου 2025 εφαρμόζεται η μείωση ασφαλιστικών εισφορών, η οποία βελτιώνει έμμεσα το καθαρό εισόδημα των δημοσίων υπαλλήλων, χωρίς να απαιτείται νέα νομοθετική ρύθμιση.
Σε εκκρεμότητα η ρύθμιση για την προσωπική διαφορά
Προς διευθέτηση βρίσκεται το θέμα της «προσωπικής διαφοράς», δηλαδή του υπολογιστικού υπολοίπου που «ροκανίζει» τις αυξήσεις των μισθών. Το μέτρο, το οποίο θυμίζει αντίστοιχο πλαίσιο που εφαρμόζεται στους συνταξιούχους, επηρεάζει σημαντικά τη διαμόρφωση των τελικών αποδοχών και έχει αποτελέσει αντικείμενο διαβούλευσης για την αναθεώρησή του. Από το 2024 τέθηκε σε εφαρμογή η διεύρυνση του Κινήτρου Επίτευξης Στόχων, με τον σχετικό προϋπολογισμό να αυξάνεται από 26 εκατομμύρια ευρώ το 2024 σε 40 εκατομμύρια ευρώ το 2025, επεκτείνοντας την εφαρμογή του σε περισσότερους δημόσιους υπαλλήλους. Επιπλέον, από τον Ιούλιο του 2025 ξεκινά η καταβολή αυξημένης νυχτερινής αποζημίωσης στους ένστολους, ύψους 100 ευρώ τον μήνα, με ετήσιο κόστος 25 εκατομμύρια ευρώ.
Οι παραπάνω παρεμβάσεις εντάσσονται σε συνολικό σχεδιασμό που στοχεύει στη σταδιακή ενίσχυση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, μετά από μια μακρά περίοδο στασιμότητας, και στη δημιουργία ενός νέου πλαισίου κινήτρων και ανταμοιβών εντός της Δημόσιας Διοίκησης.